Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

ΟΜΗΡΟΣ: Μονομαχία Μενέλαου-Αλέξανδρου (Πάρη)

Εισαγωγή
Ο Όμηρος, αφηγούμενος τα γεγονότα του δεκαετούς τρωικού πολέμου, περιορίζει την αφήγησή τους σε 51 ημέρες και μάλιστα του τελευταίου χρόνου του πολέμου. Μετά από την εισαγωγή στη ραψωδία Α και την προετοιμασία για πόλεμο στη Β και στην αρχή της Γ ραψωδίας, μας αφηγείται με κάθε λεπτομέρεια τη μονομαχία Μενέλαου-Αλέξανδρου, (Γ15-302), η οποία επιτρέπει στα αντιμαχόμενα μέρη να ελπίζουν πως το αποτέλεσμά της θα σημάνει και τον τερματισμό του φονικού πολέμου.
Με τον τρόπο αυτό ο ποιητής παρασύρει τον αναγνώστη να πιστεύει πως μόλις τώρα αρχίζει ο τρωικός πόλεμος, ενώ είναι αλήθεια πως βρίσκεται στο τέλος του. Ο ποιητής με την αριστουργηματική του αφήγηση σαγηνεύει τον αναγνώστη, κινεί το ενδιαφέρον και τον κρατά σε εγρήγορση, προκειμένου να παρακολουθήσει το αποτέλεσμα της μονομαχίας μεταξύ των δύο ανδρών αλλά και την εξέλιξη των γεγονότων του πολέμου.
Κι ενώ η αφήγηση κινεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη, ταυτόχρονα τον παρασύρει, όπως έχουν παρασυρθεί και τα εμπλεκόμενα στη μονομαχία πρόσωπα, για να καταλήξει σε αμφιλεγόμενα ή και λαθεμένα συμπεράσματα. Το συνηθίζει ο ποιητής. Δεν αποκαλύπτει εύκολα την προσωπική του θέση, αλλά δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να προβληματιστεί και να εκμαιεύσει μόνος του την αλήθεια από τα γεγονότα, αφού είναι γνωστό πως ο ποιητής στην αφήγησή του ή παίρνει ξεκάθαρη προσωπική θέση απέναντι στα γεγονότα ή το πράττει υπό μορφή σχολίου ή υπαινιγμού.

Σκηνή πρώτηΗ γελοιοποίηση του προκλητικού Αλέξανδρου
Ο ποιητής αρχίζει την αφήγηση των γεγονότων με μια θαυμάσια εικόνα. Εμφανίζει το θεόμορφο Αλέξανδρο πάνοπλο και αγέρωχο να προκαλεί σε μονομαχία τους Αχαιούς.
"Οι δυο στρατοί σαν ζύγωσαν να πέσει ο ένας του άλλου,
στους Τρώες πρώτος ήτανε ο όμορφος ο Πάρης,
δέρμα λιοπάρδαλης στους ώμους του φορούσε, καμπύλα τόξα
και σπαθί, δυο δόρατα χαλκόμυτα στα χέρια του
κρατούσε, και όλους τους γενναίους Αχαιούς προκαλούσε
σε μια σκληρή να συγκρουστούν μ’ αυτούς μονομαχία» (Γ 15-20).
Η απροσδόκητη και εντυπωσιακή εμφάνιση του Αλέξανδρου ξαφνιάζει τον αναγνώστη.Ο Πάρης διαθέτει θεϊκή ομορφιά, ωραίο ντύσιμο και άριστο εξοπλισμό, πλην όμως διακατέχεται από υπέρμετρη αλαζονεία που εκπλήσσει. Η εμφάνισή του αφήνει άναυδους Τρώες και Αχαιούς, ενώ ταυτόχρονα εξοργίζει το Μενέλαο, τον ντροπιασμένο σύζυγο της Ελένης, γιατί αντιλαμβάνεται πως η απειλή του στοχεύει εκείνον, παρά τη γενική διατύπωση της πρόκλησής του. Σκέφτεται πως ήρθε η ευκαιρία να πάρει εκδίκηση από τον κλέφτη της γυναίκας του και αντιδρά δυναμικά.
«Και όταν ο μαχητής Μενέλαος τον είδε να προβαίνει
μπροστά απ’ τους συντρόφους του με δρασκελιές μεγάλες,
το χάρηκε, σαν το λιοντάρι που τρανή λεία βρίσκει,
ελάφι μακροκέρατο ή άγριο κατσίκι,
καθώς πεινά, δε νοιάζεται, καθώς το κατατρώει,
σκυλιά γοργά αν τον κυνηγούν και κυνηγοί λεβέντες.
Χάρηκε ο Μενέλαος αντικρίζοντάς τον εμπρός του,
γιατί σκέφτηκε πως θα γδικιωθεί της γυναίκας του τον κλέφτη» (Γ 27-28).
Ο Μενέλαος θεωρεί προσωπική την πρόκληση του αντιπάλου του, και αποφασισμένος να τον αντιμετωπίσει πηδά από το άρμα του και προβάλλει απέναντί του πάνοπλος. Ο Αλέξανδρος, μόλις τον αντικρίζει, αιφνιδιάζεται, δειλιάζει και τρομοκρατημένος τρέπεται σε φυγή. Κρίμα στην εμφάνισή του!
«Ο όμορφος Αλέξανδρος σαν είδε αυτόν να βγαίνει
από τους πρόμαχους μπροστά, ταράχτηκε η ψυχή του
και στους συντρόφους γύρισε, του χάρου να ξεφύγει»(Γ 31-33).
Η φυγή του ακυρώνει την αγέρωχη εμφάνιση, γελοιοποιεί και προδίδει το όνομά του και το ηρωικό ιδεώδες. Προκαλεί τη θυμηδία σ’ αυτούς που παρακολουθούν την αναμέτρηση.
Ο θεόμορφος Αλέξανδρος, όσο αναπάντεχα και προκλητικά εμφανίστηκε στο προσκήνιο τόσο γρήγορα και ταπεινωτικά το «έβαλε στα πόδια» και χάθηκε, τρυπώνοντας στις τάξεις του στρατού του, για να σωθεί!
Αυτή είναι η πρώτη φάση μιας μονομαχίας, ένα φιάσκο, που προετοιμάστηκε με θαυμάσιο τρόπο από τον ποιητή, αλλά δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, αφού ο Αλέξανδρος με τη φυγή του διέψευσε το όνομά του (αλέξω+ανήρ=απομακρύνω τους άνδρες) και γελοιοποίησε το ηρωικό ιδεώδες!
Γι’ αυτό ο τίτλος, που θα άρμοζε να δοθεί στο γεγονός θα ήταν: η γελοιοποίηση του Αλέξανδρου. Ο τίτλος τα λέει όλα και κάθε σχολιασμός περιττεύει.

Σκηνή δεύτερη
΄Οροι της μονομαχίας και το αποτέλεσμά τηςΜε τη φυγή του Αλέξανδρου ο ποιητής κλείνει την πρώτη σκηνή. Μας παρουσίασε έναν Αλέξανδρο όμορφο σαν θεό αλλά άμυαλο και επιπόλαιο σαν μικρό παιδί. Δεν ακούμε το χαρακτηρισμό από τον ποιητή αλλά τον οσμιζόμαστε από τις ενέργειες του. Εμφανίστηκε αγέρωχος και προκλητικός, για να χωθεί στις τάξεις του στρατού του φοβισμένος και ντροπιασμένος.
Η άτακτη φυγή του εξοργίζει το γενναίο Έκτορα, γι' αυτό τον επιπλήττει και τον κατηγορεί για δειλία.
«Δύσπαρι, είδος άριστε, γυναικομανές, ηπεροπευτά…».
«Πάρη, κακόπαρη, πανέμορφε και γυναικά και πλάνε,
ας μη γεννιόσουν συ ποτέ, άγαμος να χανόσουν!
Αυτό θα ήθελα πολύ, καλύτερο θα ήταν,
παρά να σε περιφρονούν, να σε ντροπιάζουν όλοι.
Οι μακρόμαλλοι Αχαιοί γελούν στ’ αλήθεια τώρα,
που πρόμαχο σε νόμιζαν. Μορφή ωραία έχεις,
ωστόσο διόλου δύναμη, διόλου καρδιά δεν έχεις.
………………….…
το μαχητή Μενέλαο δε στέκεις ν’ αντικρίσεις;
Τότε μόνο θα έβλεπες ποιανού κρατάς γυναίκα!»(Γ 39-53).
Η μομφή είναι σοβαρή και θίγει την αξιοπρέπεια του Αλέξανδρου, πλην όμως τη δέχεται αδιαμαρτύρητα. Γι’ αυτό, μετανιωμένος για την πράξη του, ζητά συγγνώμη από τον αδερφό του και τον παρακαλεί να του εξασφαλίσει μια αναμέτρηση με το Μενέλαο, ώστε να ξεπλύνει την ντροπή και να ξεκαθαρίσει το ζήτημα της Ελένης και του τρωικού πολέμου. Ορίζει μάλιστα ο ίδιος το σκοπό και τους όρους της μονομαχίας. Ο αδερφός του, που νιώθει σε πόσο δύσκολη ψυχολογική κατάσταση βρίσκεται ο Πάρης, τον καθησυχάζει και του υπόσχεται ότι θα ενεργήσει κατά την επιθυμία του. Γι’ αυτό, ενώ συνεχίζονται οι συγκρούσεις, ειδοποιεί τους Αχαιούς πως θέλει να τους κάνει μια πρόταση. Τον βλέπει από μακριά ο Αγαμέμνων και διατάζει τους δικούς του να σταματήσουν τη μάχη.
Ο ΄Εκτορας προχωρεί λίγο προς το μέρος των Αχαιών και ανακοινώνει στα δύο στρατεύματα με φωνή δυνατή τους όρους που του πρότεινε ο αδερφός του για τη μονομαχία.
«Τρώες, αντρείοι Αχαιοί, ακούσατε από μένα
τι είπε ο Αλέξανδρος, της έχθρας μας αιτία.
Οι Τρώες και όλοι Αχαιοί να αποθέσουν λέει
τα όμορφα τα όπλα τους στη γη την πολυθρόφα
κι ο μαχητής Μενέλαος κι ο ίδιος πια στη μέση,
για της Ελένης τ’ αγαθά για εκείνη να παλέψουν,
κι όποιος φανεί πιο δυνατός τον άλλον όποιος νικήσει
ας πάει στο σπίτι τ’ αγαθά όλα και τη γυναίκα.
Οι άλλοι ας συμφιλιωθούν, όρκους πιστούς ας κάμουν» (Γ 86-94 ).
Οι όροι της συμφωνίας ακούγονται για πρώτη φορά και δείχνουν έναν Αλέξανδρο εντελώς διαφορετικό από εκείνον που μας εμφάνισε πριν από λίγο ο ποιητής. Το πάθημα του έγινε μάθημα; Πάντως, οι προτάσεις του είναι σοβαρές και οι όροι του ξεκάθαροι. Ο Μενέλαος ακούει τους όρους του Αλέξανδρου και δέχεται να μονομαχήσει μαζί του, αλλά με όρους, που αυτός αντιπροτείνει σε Αχαιούς και Τρώες.
«Και μένα τώρα ακούσετε, που περισσότερο πόνο έχω.
Λέω να χωριστείτε πια Αργείοι, Τρωαδίτες,
γιατί πολλά τραβήξατε, καθώς έχω θυμώσει,
για ό,τι πρωταρχίνησε του Αλέξαδρου η πράξη.
Για όποιου μας το θάνατο έχει ορίσει η μοίρα,
ας σκοτωθεί, οι άλλοι γρήγορα χωριστείτε.
…………………..
Ο Πρίαμος ο δυνατός ας έρθει για τους όρκους,
γιατί είναι αλαζονικά κι άπιστα τα παιδιά του,
μήπως χαλάσει κάποιος τους όρκους προς το Δία.
Ο νους των νέων πάντοτε παίρνει εύκολα αέρα,
μα όπου γέρος βρίσκεται, αυτός μπρος- πίσω βλέπει
κι ό,τι συμφέρει προνοεί και για τα δυο τα μέρη» ( Γ 97-110 ).
Οι Αχαιοί και οι Τρώες αποδέχονται τους όρους του Μενέλαου, γιατί πιστεύουν πως είναι σαφείς και ξεκάθαροι.
Η νέα διατύπωση: «για όποιου θάνατο έχει ορίσει η μοίρα ας σκοτωθεί» είναι φανερό πως είναι μια άλλη πρόταση περισσότερο συγκεκριμένη, αφού περιορίζει τη συμφωνία και δεν αφήνει περιθώρια στα δυο μέρη για παρανοήσεις ή παρερμηνεία. Τη μονομαχία δε θα κρίνει η απλή νίκη ή ο τραυματισμός του αντιπάλου, αλλά ο θάνατος. Νικητής θα αναδειχτεί αυτός που θα επιζήσει από τη μονομαχία, αφού μόνον ο θάνατος του ενός εκ των δύο μονομάχων θα δώσει λύση στο ζήτημα και καμιά άλλη περίπτωση. Ο περιορισμός αυτός προφανώς έχει τη σκοπιμότητά του, η οποία όμως θα φανεί στη συνέχεια.
Ο Μενέλαος έχει και μια άλλη απαίτηση. Θέλει να επιβεβαιώσει με όρκο τη συμφωνία ο Πρίαμος και όχι τα παιδιά του στα οποία δεν έχει εμπιστοσύνη, πρόταση που αμφισβητεί και μειώνει την αξιοπιστία των αντιπάλων του.
Παρόα αυτά οι προτάσεις του γίνονται δεκτές. Αχαιοί και Τρώες τις επιδοκιμάζουν και νιώθουν χαρούμενοι, γιατί με τον τρόπο αυτό θα τελειώσει ο φρικτός πόλεμος.
Ετοιμάζεται το νέο κείμενο. Περιέχει τους όρους του Μενέλαου και όχι του Αλέξανδρου. Δεν διατυπώνεται από κανένα μέρος κάποια παρατήρηση ή επιφύλαξη, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα πως οι όροι είναι σαφείς και από όλους αποδεκτοί.
Στον κάμπο εντωμεταξύ εκπρόσωποι των Αχαιών και των Τρώων εργάζονται πυρετωδώς, για να ετοιμάσουν όλα τα απαιτούμενα για τις θυσίες που θα γίνουν και τους όρκους που θα δοθούν από τα δύο μέρη λίγο πριν από τη μονομαχία.
Σε λίγο φτάνει απαρατήρητος ο Πρίαμος στο χώρο, όπου θα δοθούν εκατέρωθεν οι όρκοι για τη μονομαχία μεταξύ των δύο ανδρών. Τον ενημέρωσε για τη συμφωνία και την απαίτηση του Μενέλαου ο Ιδαίος, ότι δηλαδή θα μονομαχήσει ο Αλέξανδρος με το Μενέλαο για την Ελένη και όποιος νικήσει κτήματα θα πάρει και γυναίκα, ενώ οι άλλοι θα συμφιλιωθούν(Γ 250-257). Αυτούς τους όρους γνωρίζει ο Πρίαμος και όχι την προσθήκη των όρων του Μενέλαου.
Ο Αγαμέμνων και ο Οδυσσέας όρθιοι υποδέχονται το σεβάσμιο γέροντα, ενώ οι κράχτες σμίγουν κρασί στα κροντήρια και χύνουν νερό στα χέρια των ρηγάδων. Όταν πια όλα είναι έτοιμα για τη θυσία, σηκώνοντας ο Αγαμέμνων τα χέρια ψηλά σε στάση δέησης, ζητά από τους θεούς να γίνουν μάρτυρες και φύλακες των όρκων, ενώ εκφωνεί, μπροστά σε όλους τους παρισταμένους, τους όρους της συμφωνίας, όπως έχουν διατυπωθεί, μετά από την επέμβαση του Μενέλαου. Τους όρους της συμφωνίας ακούνε όλοι οι παρευρισκόμενοι αλλά και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, Μενέλαος και Αλέξανδρος, χωρίς καμιά επιφύλαξη ή παρατήρηση.
Τους όρους διαβάζει με δυνατή φωνή ο Αγαμέμνων.
«ει μεν κεν Μενέλαον Αλέξανδρος καταπέφνη,
αυτός έπειθΕλένην εχέτω και κτήματα πάντα,
ημείς δ’ εν νήεσσι νεώμεθα ποντοπόροισιν,
ει δε κ’ Αλέξανδρον κτείνη ξανθός Μενέλαος,
Τρώας έπειθΕλένην και κτήματα πάνταποδούναι,
τιμήν δ’ Αργείοις αποτινέμεν, ην τινέοικεν
ή τε και εσσομένοισι μετ’ ανθρώποισι πέληται.
ειδ’ αν εμοί τιμήν Πρίαμος Πριάμοιό τε παίδες
τίνειν ουκ εθέλωσιν Αλεξάνδροιο πεσόντος,
αυτάρ εγώ και έπειτα μαχήσομαι είνεκα ποινής
αύθι μένων, είως κε τέλος πολέμοιο κιχείω»(Γ 281-291).
«Αν τώρα το Μενέλαο ο Αλέξανδρος θανατώσει,
με όλα της τα αγαθά ας έχει την Ελένη
κι εμείς στα ποντοπόρα μας ας φύγουμε καράβια.
Μα αν ο ξανθός Μενέλαος τον Αλέξανδρο σκοτώσειεκείνη και τους θησαυρούς οι Τρώες ν’ αποδώσουν
και να πληρώσουν πρόστιμο που πρέπει στους Αργείους,
που όσοι άνθρωποι θα ΄ρθουν στον κόσμο να θυμούνται.
Αν να πληρώσουν πρόστιμο ο Πρίαμος κι ο γιοι του
δεν το θελήσουν, σαν χάσει ο Αλέξανδρος τη ζωή του,
θα μείνω εδώ να πολεμώ να πάρω ό,τι πρέπει
και μένοντας τον πόλεμο να φέρω ως την άκρη».
Το νέο που έχει προστεθεί στους όρους της συμφωνίας είναι η προσθήκη του Αγαμέμνονα: αν σκοτωθεί ο Αλέξανδρος και δε γίνει αποδεκτή η συμφωνία από τους Τρώες, εκείνος θα μείνει και θα συνεχίσει τον πόλεμο «ως να τον φέρει στην άκρη».
Η προσθήκη είναι ενδιαφέρουσα. Εντυπωσιάζει τον αναγνώστη και ταυτόχρονα τον προϊδεάζει μήπως τελικά, η μια από τις δύο πλευρές, αποφύγει να τηρήσει πιστά τους όρους της συμφωνίας και ο πόλεμος συνεχιστεί. Η προσθήκη όμως του Αγαμέμνονα θίγει την άλλη πλευρά, γιατί τη θεωρεί αναξιόπιστη. Κι όμως, κατά παράξενο τρόπο, δεν αντιδρά κανείς, αλλά αντίθετα επιβεβαιώνουν τη συμφωνία με όρκο, τόσο ο Αγαμέμνων όσο και γερο Πρίαμος.
Ακολουθούν οι θυσίες στους θεούς. Οι παρευρισκόμενοι σ’ αυτές γεμίζουν τις κούπες κρασί από τα κροντήρια, ρίχνουν λίγο κρασί στη γη και εύχονται στους θεούς πως "όποιος από τους δύο παραβιάσει πρώτος τους όρκους της συμφωνίας σαν το κρασί κατάχαμα να τρέξει το μυαλό του και των παιδιών του και οι χήρες τους να πέσουν σε άλλα χέρια». Ο φόβος για μια ενδεχόμενη αθέτηση των όρων της συμφωνίας αιωρείται παντού. Γιατί μόνον έτσι δικαιολογούνται οι κατάρες των ανθρώπων, που αναφέρονται σ' εκείνον που πρώτος θα παρασπονδήσει και θα παραβεί τους όρους της συμφωνίας. Είναι προφανές πως με τον τρόπο αυτό θέλουν να προλάβουν ένα μη επιθυμητό αποτέλεσμα, το οποίο όμως δεν μπορεί να απλειστεί με βεβαιότητα ότι δε θα συμβεί.
Ο Πρίαμος, μετά από την επικύρωση της συμφωνίας, αποχωρεί με τον Ιδαίο, προφασιζόμενος ότι δεν αντέχει να βλέπει το Μενέλαο να μάχεται εναντίον του γιου του, προβλέποντας ίσως την αρνητική για το γιο του έκβαση της μονομαχίας. Με την αποχώρηση του Πρίαμου έχουν τελειώσει όλα τα προκαταρτικά της μονομαχίας.
Ο Έκτορας και ο Οδυσσέας, υπεύθυνοι και κριτές της, έχουν ετοιμάσει τα πάντα και είναι έτοιμοι να ορίσουν εκείνον που θα χτυπήσει πρώτος τον αντίπαλο. Ο κλήρος δίνει το πλεονέκτημα στον Αλέξανδρο.
Ο ποιητής όμως, πριν προχωρήσει στην περιγραφή της μονομαχίας, επιβραδύνει λίγο την αναμέτρηση, περιγράφοντας τον τρόπο που φορά τον οπλισμό του ο Αλέξανδρος, αφιερώνοντας ένδεκα στίχους (Γ328-338), ενώ αποφεύγει να περιγράψει και το αντίστοιχο ντύσιμο του Μενέλαου, αρκούμενος μόνο σε ένα στίχο: «Όμοια κι ο Μενέλαος τα όπλα του φορούσε»(Γ 339).
Ο Αλέξανδρος ρίχνει πρώτος με δύναμη το ακόντιο και χτυπά την ασπίδα του Μενέλαου, χωρίς να τον τραυματίσει. Τώρα πρέπει να δοκιμάσει την τύχη του και ο Μενέλαος, ο οποίος όμως πριν ρίξει το ακόντιο, προσεύχεται στο Δία και ζητά τη βοήθειά του, κάτι που δεν έπραξε ο Αλέξανδρος. Έχει και η πράξη του αυτή τη δική της σημασία και θα φανεί από το αποτέλεσμα.
«Αφέντη Δία, δώσε μου να τιμωρήσω τώρα
τον Αλέξανδρο που μ’ έβλαψε, να τον δαμάσω κάμε,
απ’ τους ανθρώπους που θαρθούν στον κόσμο να διστάζει
κάποιος να βλάψει άνθρωπο που αγάπη του έχει δείξει» (Γ 351-354).
Ο Μενέλαος προσεύχεται και ζητά από το δικαιοκρίτη Δία να τον βοηθήσει να τιμωρήσει τον Αλέξανδρο. Θέλει η τιμωρία του να γίνει παράδειγμα στους ανθρώπους και να εννοήσουν ότι την αχαριστία δεν την αποδέχονται οι θεοί, αφού θεωρεί πως, αντί της φιλοξενίας που πρόσφερε με αγάπη στον Αλέξανδρο, αυτός τον πλήρωσε με την αχαριστία του, αρπάζοντάς του τη γυναίκα και το βιος του. Υπαινίσσεται πως το δίκιο είναι με το μέρος του και γι’ αυτό ζητά τη βοήθεια του θεού, προκειμένου να τιμωρήσει παραδειγματικά έναν αχάριστο!
Αυτά λέει και ρίχνει με όλη του τη δύναμη το ακόντιο και μ΄αυτό χτυπά και τρυπά την ασπίδα του Αλέξανδρου. Τον πληγώνει αλλά δεν τον σκοτώνει. Γι’ αυτό με το ξίφος του ορμά να τον αποτελειώσει, αλλά μάταια. Η Αφροδίτη, σκεπάζοντας με ομίχλη τον προστατευόμενό της, τον σώζει και τον μεταφέρει στο παλάτι του, για να τον περιποιηθεί η αδιάφορη Ελένη.
Η μονομαχία τελείωσε με τον τραυματισμό του Αλέξανδρου, κάτι που δεν προέβλεπε η συμφωνία, και όχι με το θάνατο ενός εξ αυτών. Ο Μενέλαος μπορεί να μην σκότωσε τον αντίπαλό του, μα ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει τη νίκη του. Την ήττα του αποδέχεται και ο ίδιος ο Αλέξανδρος. Την ομολογεί στην Ελένη.
"Μη μου πικραίνεις την ψυχή με πικρά λόγια τώρα
γυναίκα.Ο Μενέλαος ήδη έχει νικήσει,
γιατί είχε τη βοήθεια της Παλλάδας,
άλλοτε θα νικήσω εγώ.Έχω θεούς μαζί μου
Μα έλα την αγάπη μας οι δυο μας να χαρούμε"(Γ 436-441).
Ο Αγαμέμνων όμως που θέλει να εκμεταλλευθεί το αποτέλεσμα της μονομαχίας, απαιτεί από τους Τρώες την επιστροφή της Ελένης και του θησαυρού της, αφού τη νίκη απέσπασε ο Μενέλαος. Η απάντηση όμως που εισπράττει είναι αρνητική.
Ο Αλέξανδρος δέχεται να του επιστρέψει το θησαυρό που άρπαξε από το παλάτι του Μενέλαου, όχι όμως και την Ελένη. Αυτή του ανήκει και δεν πρόκειται να την επιστρέψει. Τη θέση του Αλέξανδρου υποστηρίζει και ο Πρίαμος! Τα πράγματα περιπλέκονται και οι φόβοι του Αγαμέμνονα και του πλήθους φαίνεται να επαληθεύονται, παρόλο ότι η άρνηση του Αλέξανδρου είναι σύννομη.

Σχολιασμός-ΑπάντησηΗ άρνηση του Πάρη στην απαίτηση του Αγαμέμνονα είναι δεδομένη. Αμέσως όμως γεννιέται εύλογα το ερώτημα: ποιος από τους δύο έχει το δίκιο με το μέρος του;
Είναι προφανές πως η απαίτηση του Αγαμέμνονα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, γιατί δεν είναι σύμφωνη με τους όρους της συμφωνίας, αν και ο ισχυρισμός του ότι ο Μενέλαος νίκησε τον Αλέξανδρο είναι αληθής, δεν είναι όμως σύμφωνος με τους όρους της συμφωνίας που υπέγραψε πριν από λίγο, αφού εκείνη αναφερόταν ρητά όχι σε απλή ήττα ή τραυματισμό του αντιπάλου αλλά μόνο σε θάνατο. Ο ίδιος εκφώνησε τους όρους της συμφωνίας μπροστά σε Αχαιούς και Τρώες λίγο πριν επικυρωθεί με όρκο και όφειλε, αν δε συμφωνούσε, να ζητήσει την τροποποίηση του σχετικού όρου. Δεν το έπραξε. Άρα η άρνηση του Αλέξανδρου να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του είναι σύννομη, αφού αυτή στηρίζεται στους όρους της συμφωνίας.
Αν τελικά ο Αλέξανδρος υποχωρεί και προτείνει την επιστροφή του θησαυρού που έκλεψε από το παλάτι του Μενέλαου, το πράττει, όχι γιατί απορρέει από τη συμφωνία, αλλά απλώς για να ικανοποιήσει τις πιέσεις που δέχεται από τον Αντήνορα, τον αδερφό του.
Με τη θέση του Αλέξανδρου συμφωνεί και ο πατέρας του, ο Πρίαμος. Τον υποστηρίζει κι αυτός, αφού θεωρεί την απαίτηση του Αγαμέμνονα αυθαίρετη και μη σύννομη.
Το αποτέλεσμα της μονομαχίας, πράγματι, δε δικαιώνει τον Αγαμέμνονα αλλά τον Αλέξανδρο! Και αυτό οφείλεται στον κύριο όρο της συμφωνίας που προέβλεπε θάνατο και όχι τραυματισμό ή απλή νίκη.
Τώρα αντιλαμβάνεται κανείς πως η αλλαγή του ποιητή στους όρους της συμφωνίας ήταν σκόπιμη και ας την εμφάνιζε ως πρόταση- απαίτηση του Μενέλαου.
Επιστρέφοντας στην αρχή των γεγονότων διαπιστώνουμε ότι ο ποιητής, από την πρώτη στιγμή που αρχίζει την αφήγηση των γεγονότων της μονομαχίας μεταξύ των δύο ανδρών, μας ξαφνιάζει, μας κρατά σε εγρήγορση και μας προβληματίζει. Μας προϊδεάζει και μας ετοιμάζει για την αποτυχία μιας ειρήνευσης, όπως αυτή προβλέπεται στη συμφωνία. Την αποτυχία καθρεφτίζουν, τόσο η άρνηση του Αλέξανδρου να δεχτεί τη μη σύννομη απαίτηση του Αγαμέμνονα, όσο και οι ενέργειες της Ήρας και της Αθηνάς, που θα ακολουθήσουν μετά της σκηνή της μονομαχίας. Οι δύο θεές δε θέλουν την ειρήνευση και γι’ αυτό πείθουν τον Πάνδαρο και τοξεύει το Μενέλαο, γεγονός που λύει τα «όρκια».
Και όλα αυτά, γιατί την ειρήνευση δε θέλει ούτε ο ποιητής! Δεν τη θέλει για δικούς του προσωπικούς λόγους. Γιατί, αν η μονομαχία γινόταν με τους όρους του Αλέξανδρου, τώρα θα ήταν υποχρεωμένα τα δύο μέρη να δεχτούν τους όρους της και να ειρηνεύσουν. Να πάρει δηλαδή ο Μενέλαος την Ελένη και τους θησαυρούς του και να επιστρέψει στη Σπάρτη, μια και ήταν νικητής, ενώ οι άλλοι, Αχαιοί και Τρώες, να τερματίσουν τον πόλεμο και να ζήσουν ειρηνικά, οι Τρώες στον τόπο τους και οι Αχαιοί επιστρέφοντας στην πατρίδα τους.
Με τη λύση όμως αυτή ο ποιητής θα ήταν αναγκασμένος να διακόψει στο σημείο αυτό την αφήγηση του μύθου της Ιλιάδας, που μόλις άρχισε.
Γίνεται φανερό, λοιπόν, πως ο ποιητής με το να τροποποιεί σκόπιμα είτε ύστερα από συμφωνία ή εντελώς αυθαίρετα τους όρους της συμφωνίας, πετυχαίνει να υλοποιήσει άνετα το αρχικό του σχέδιο, που ήταν η συνέχιση της αφήγησης του ιλιαδικού μύθου.
Κλείνοντας το σημείωμά μας παρατηρούμε πως ο Όμηρος, με την αριστουργηματική του αφήγηση, όχι μόνο μας παρουσίασε με κάθε λεπτομέρεια φάσεις από τη μονομαχία και μας προβλημάτισε με τους όρους της, αλλά ταυτόχρονα μας κέντρισε το ενδιαφέρον και μας κράτησε σε εγρήγορση. Έπαιξε με την κρίση και την παρατηρητικότητά μας και μας οδήγησε άνετα στη λύση που ο ίδιος επέλεξε. Κυρίως όμως μας δίδαξε να είμαστε προσεκτικοί στη μελέτη μας, για να μην καταλήγουμε σε λαθεμένες κρίσεις και συμπεράσματα, όπως ακριβώς τονίσαμε και στην εισαγωγή μας.
[Τα μεταφρασμένα κείμενα αντλούνται από τη μετάφραση του Θεόδωρου Μαυρόπουλου, εκδόσεις Ζήτρος, 20ο4]
ΔΗΜΗΤΡΗΣ Κ. ΑΡΑΜΠΑΤΖΗΣ

1 σχόλιο:

  1. Πολύ καλή η ανάλυση αλλά η μετάφραση Μαυροπουλου απογοητευτικά λαϊκίστικη

    ΑπάντησηΔιαγραφή